Παρασκευή 29 Μαρτίου 2013

Παραμυθοσκυταλοδρομία

Σήμερα, λοιπόν, κληρώσαμε τη σειρά για την παραμυθοσκυταλοδρομία μας:

Ραχωβίτσα Άννα
Καβαζίδη Μαρία
Άντισον Τούκα (βλάβη του υπολογιστή αναβάλλει τη συμμετοχή του)
Γκίνης Δημήτρης
Αργυρακούλη Εβελίνα
Σταματοπούλου Αναστασία
Χριστοδούλου Βαγγέλης
Ράπτη Παγώνα
Τζιμούρτου Ματίνα
Πλάκου Αγγελική
Αλαμάνης Κωνσταντίνος
Φάκα Θεοδώρα
Χριστοδούλου Λουκάς
Ράπτη Ασημίνα
Οι όροι:
Η Άννα γράφει το πρώτο κομμάτι και ορίζει το πλάνο της ιστορίας μας.  Δεν μπορεί να ξεπεράσει τις εκατό λέξεις. Μετά τη δική της δημοσίευση που θα γίνει την Κυριακή, κάθε μικρός συγγραφέας με τη σειρά του προσθέτει το δικό του κείμενο (ένα κάθε ημέρα θα ανεβαίνει). Ὀταν η σειρά τελειώσει, θα το επαναλάβουμε ακόμη μια φορά. Συνολικά λοιπόν θα γράψουμε περίπου 2800 λέξεις. Θα αφήσουμε τη φαντασία μας ελεύθερη, θα προσγειώσουμε τις ιδέες που έχουν ξεφύγει ή θα απογειώσουμε ο,τιδήποτε το πεζό. Η Μίνα σε 28 ημέρες θα γράψει τον επίλογο. Όταν η ιστορία μας τελειώσει θα την εικονογραφήσουμε.
Αρχή του παραμυθιού, καλησπέρα της αφεντιάς σας.....
Μία φορά και έναν καιρό ήταν δύο γειτονικά βασίλεια. Οι βασιλιάδες τους είχαν υπογράψει ειρήνη και οι κάτοικοί τους ζούσαν αγαπημένοι. Όμως,η βασίλισσα του ενός αρρώστησε βαριά και πέθανε. Ο βασιλιάς αποκαρδιωμένος παντρεύτηκε μία άλλη γυναίκα, μία κακιά μάγισσα, η οποία ήθελε να επεκτείνει τα σύνορα του βασιλείου και έπεισε τον άνδρα της να κάνει πόλεμο. Η κακιά μάγισσα λοιπόν, ενώ ο άνδρας της ασχολούταν με τις επιθέσεις, έβαλε έναν αξιωματούχο να δολοφονήσει τον άνδρα της, αφήνοντας ορφανό τον πρίγκιπα, γιο του βασιλιά από τον προηγούμενο γάμο του. Το αγοράκι ορκίστηκε με όρκο πάρα πολύ βαρύ ότι μία μέρα θα γυρίσει πίσω και θα σταματήσει τον πόλεμο, θα ξαναπάρει την εξουσία και θα σκοτώσει τη μάγισσα με το ειδικό όπλο που σκοτώνουν μάγισσες. 

Το όπλο αυτό δεν ήταν εύκολο να το βρει το αγοράκι. Βρισκόταν σε μία μακρινή σπηλιά και το φύλαγε ένας μεγάλος δράκος, ο οποίος μπορούσε και μιλούσε στη γλώσσα των ανθρώπων. Το αγοράκι ήταν πολύ στενοχωρημένο και σκεφτόταν πως δεν θα καταφέρει να πάρει το όπλο, αφού άκουγε καθημερινά από τους κατοίκους ότι όσοι επιχείρησαν να πάρουν αυτό το όπλο από τη σπηλιά του τρομερού δράκου σκοτώνονταν. Δεν μπορούσαν  να λύσουν  το γρίφο που τους έβαζε και έτσι έχαναν  τη ζωή τους. Όμως δεν ήταν μόνο αυτό. Υπήρχαν χίλια-δυο εμπόδια που έπρεπε να αντιμετωπίσει το αγοράκι κατά τη διάρκεια της διαδρομής.

 Ο Γιάννης λοιπόν, (έτσι έλεγαν το αγοράκι) αποφάσισε να ξεκινήσει το μακρινό του ταξίδι ,για να βρει το όπλο που σκοτώνει τις μάγισσες .Το παιδί κάποια μέρα , που λέτε, το έσκασε από το παλάτι κρυφά και με ένα μπογαλάκι στο οποίο είχε βάλει ρούχα και λίγο ψωμί , άρχισε το ταξίδι του. Περπάτησε μερικές ώρες ,όμως κατάλαβε πως δεν θα άντεχε για πολύ ακόμα γιατί τα πόδια του είχαν κουραστεί από την πολύ πεζοπορία. Κάθισε τότε κάτω από ένα μεγάλο δέντρο για να ξαποστάσει . Ξαφνικά άκουσε δυνατές φωνές . Τρομαγμένος σκαρφάλωσε ψηλά στα κλαδιά του δέντρου και κρύφτηκε στα φυλλώματα του ,γιατί του πέρασε για μια στιγμή από το μυαλό ,ότι αυτές οι φωνές μπορεί να προέρχονταν από ληστές .Πράγματι από ψηλά, μπόρεσε να διακρίνει δυο ανθρώπους να κακομεταχειρίζονται έναν γεράκο.











-Εγώ λέω ,να τον κρεμάσουμε ανάποδα! είπε ο πρώτος .
-Μπα! Δεν του αξίζει τόσο φριχτός θάνατος . αποκρίθηκε ο δεύτερος .Ας τον πληγώσουμε μόνο. Δεν χρειάζεται ,να τον σκοτώσουμε! αποκρίθηκε ο δεύτερος .
-Τι λες μωρέ! Τρελάθηκες ;Πόσες φορές μας είχε ζητήσει να τον σώσουμε από τα οικονομικά χρέη που τον κατέπνιγαν δανείζοντας του χρήματα. Και αυτός τι έκανε ; Μας τα επέστρεψε ;ΟΧΙ! Τώρα λοιπόν, πρέπει οπωσδήποτε να τον σκοτώσουμε ! φώναξε ο πρώτος .
Στο μυαλό του μικρού Γιάννη είχαν σχηματιστεί πολλές απορίες .Ποιοι ήταν αυτοί οι ξένοι ; Από που προέρχονταν ; Τι θα έκαναν στο φτωχό γεράκο; Αποφάσισε τελικά να επέμβει ,γιατί ήταν σίγουρος πως αυτοί οι δυο παράξενοι τύποι θα σκότωναν τον ηλικιωμένο αυτόν άνθρωπο.

Ξάφνου ο μικρός Γιάννης τους κοιτά γεμάτος απορία . Μόλις τον βλέπουν βγάζουν τα μαχαίρια έτοιμοι να επιτεθούν στον μικρό ήρωα .



- Ποιος είσαι και τι θέλεις; Τον ρώτησε ο πρώτος άνθρωπος.

- Μα τι πάτε να κάνετε σε αυτόν τον καημένο ανθρωπάκο; ρώτησε το βασιλόπουλο .

- Εσένα τι σε νοιάζει; Ό,τι θέλουμε θα κάνουμε σε αυτόν τον παλιοαλήτη, απαντούν από την πλευρά τους οι ληστές.

- Πείτε μου τι σας έκανε ;

- Παιδάκι μου άσε αυτούς . Δίκαια τα παθαίνω αυτά . Αλλά προτού πεθάνω για πες μας ποιός είσαι και τί γυρεύεις εδώ; Απάντησε ο γέρος .



Το βασιλόπουλο είπε όλη την ιστορία της ζωής του στους τρεις ανθρώπους , πώς έφτασε ως αυτό το σημείο και τί ψάχνει .Τότε οι ληστές κατάλαβαν τον πόνο του παιδιού και ματαίωσαν τη θανατική ποινή του γέρου . Αυτοί ήταν οι μόνοι που τον κατάλαβαν γιατί κάτι παρόμοιο με το βασιλόπουλο πέρασαν κι αυτοί στα παιδικά τους χρόνια με αυτήν τη μάγισσα μητριά του βασιλόπουλου και αποφάσισαν να γίνουν οι πιστοί του βοηθοί . Έτσι ξεκίνησαν όλοι μαζί για να βρουν τη σπηλιά του δράκου μέχρι που ο γέρος γλίστρησε από ένα γκρεμό και η ζωή του κρέμονταν από ένα κλαδί πεύκου …

Εκεί που ήταν έτοιμος να γλιστρήσει και να πέσει μέσα στο γκρεμό ,το βασιλόπουλο έκοψε ένα κλαδί βελανιδιάς και αφού το έδεσε με ένα σκοινί του το έδωσε για να πιαστεί.Εκείνος φοβούμενος ότι θα χάσει τη ζωή του και χωρίς να έχει άλλο τρόπο για να καταφέρει να επιζήσει πιάστηκε από το σκοινί μήπως και τα καταφέρει. Το σκοινί όμως γλίστρησε και ο φτωχός γερούλης έπεσε στο κενό . Όλοι άρχισαν να τον μοιρολογάνε μέχρι που το βασιλόπουλο τούς είπε ότι ίσως και να μην πέθανε... όλοι τότε κοιτώντας στο κενό γλίστρησαν και όταν έπεσαν είδαν ότι κάτι δε πήγαινε καλά...

Ξαφνικά, έπεφταν και συνειδητοποίησαν ότι δεν είχαν χτυπήσει και κάπου γλιστρούσαν . Σε λίγα δευτερόλεπτα κατέληξαν το τέλος αυτού του " τούνελ " και τρομαγμένοι απορούσαν φωναχτά που βρίσκονται και αν πέθαναν . Το βασιλόπουλο τους διέκοψε με το εντυπωσιασμένο ύφος που κοιτούσε στο βάθος της σπηλιάς . Ήταν ένα χρυσό φτερό . Μόλις το πλησίασαν δίσταζαν να πάρει κάποιος την πρωτοβουλία για να το αγγίξει ή να το πάρει . Τότε αποφάσισε αυτή την δουλειά να την κάνει το βασιλόπουλο . Το χέρι του απείχε μόλις λίγα εκατοστά από το φτερό , ώσπου εμφανίστηκε μια νεράιδα η οποία του έδωσε οδηγίες για το τι έπρεπε να κάνει . Τον συμβούλεψε να φτάσει μόνος του στον δράκο . Έτσι και έκανε....

Φτάνοντας στη σπηλιά το βασιλόπουλο βρήκε το δράκο να κοιμάται.Έτσι , με απαλά βήματα χωρίς να ξυπνήσει το δράκο προσπάθησε να μπει στην σπηλιά.Τελικά όμως στην προσπάθεια του να μην πατήσει το δράκο πατάει ένα κλαδί το οποίο βρισκόταν  
πεταμένο στην σπηλιά.Με το θόρυβο που έκανε το κλαδάκι ο δράκος ξύπνησε και άρχισε να πετάει φλόγες από το στόμα του προσπαθώντας να πετύχει το βασιλόπουλο.Ο μοναδικός τρόπος για να σωθεί ήταν να σκοτώσει τον δράκο.Αυτό όμως δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση.Καθώς έτρεχαν στη σπήλια το βασιλόπουλο σκοντάφτει από έναν μικρό βράχο και χρησιμοποιούσε ένα κλαδί για να μπορέσει να τον σκοτώσει.Ήταν όμως πάρα πολύ δύσκολο...


Ο κακόμοιρος ο Γιάννης δεν μπορούσε να νικήσει το δρακο με μ όνο ένα κλαδι. Ήταν απελπισμένος και φοβισμένος από την άγρια επίθεση του δράκου. Φώναζε βοήθεια χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. Πού να τον ακούσουν οι φίλοι του οι οποίοι βρίσκοταν αρκετά μακριά από τη σπηλιά όπως τους είχε συμβουλέψει ο Γιάννης; Μάταια προσπαθούσε, το κλαδί του έσπασε και πλέον η μόνη λύση για να πάρει το όπλο ήταν να μιλήσει με το δράκο και έτσι ίσως να τον έπειθε δίνοντάς του ως αντάλλαγμα πλούτη και φλουριά από το βασίλειό του. Σταμάτα! του λέει. Σε παρακαλώ άκουσέ με! Εγώ ήρθα εδώ για να πάρω το όπλο που σκοτώνει μάγισσες. Αφού του εξήγησε όλη την ιστορία με την μητριά του που σκότωσε τον πατέρα του, τον παρακάλεσε να του δώσει το όπλο. Μάταια όμως! Θα σου δώσω όσα χρυσά φλουριά θές! του έλεγε. Ο δράκος κατάλαβε ότι το βασιλόπουλο ήταν τίμιο και καλόκαρδο παλικάρι και έτσι αποφάσισε να του αποκαλύψει την αλήθεια. Του είπε πως είχε μια κατάρα από αυτή τη μάγισσα, που έλεγε ότι:εάν δώσει σε οποιονδήποτε αυτό το όπλο, ο δράκος θα μεταμορφωθεί σε βάτραχο και θα μείνει έτσι για όλη του τη ζωή.






Έτσι λοιπόν ο δράκος αποφάσισε να βοηθήσει τον νέο πρίγκιπα  δίνοντάς του το όπλο.Με φόβο και με δισταγμό του έδωσε το όπλο και τη στιγμή που περίμενε να γίνει βάτραχος τελικά δεν έγινε.Απλά η μάγισσα τον είχε κοροϊδέψει για να μην το δώσει σε κανέναν.Αφού λοιπόν πήρε το όπλο,αποχαιρέτησε το δράκο και γεμάτος ενθουσιασμό πήγε να βρεί τους φίλους του και να τους πεί τα  νέα.Όταν έφτασε στο σημείο που ήταν οι δυο φίλοι του δεν τους είδε και ξεκίνησε για να τους βρεί.Στον δρόμο του λοιπόν,συνάντησε μια όμορφη,ξανθιά κοπέλα με γαλανά μάτια.Ο νεαρός έμεινε έκπληκτος απο την ομορφιά της και ήθελε να την πλησιάσει με σκοπό να ρωτήσει για τους χαμένους φίλους του.
- Με συγχωρείς! Μήπως μπορείς να μου πείς αν είδες τους δύο φίλους μου?ρώτησε ο νέος πρίγκιπας.
- Όχι,δεν τους έχω δεί αλλά μπορείς να έρθεις σπίτι μου για να ξεκουραστείς λίγο και μετά μπόρω να σε βοηθήσω να τους βρείς. του απάντησε η κοπέλα.
Ο νέος πρίγκιπας δέχτηκε με χαρά την πρόταση.Αφού πήγαν στο σπίτι της νεαρής κοπέλας αυτή του πρόσφερε ένα γλυκό.Όταν ο πρίγκιπας έφαγε το γλυκό ξαφνικά άρχισε να χάνει τις αισθήσεις του.( διότι η κοπέλα ήταν μαγεμένη απο την μάγισσα και είχε πάρει διαταγές να βάλει υπνωτικό στο γλύκο). Mόλις ξύπνησε συνηδητοποίησε οτι ήταν κλειδωμένος σε ένα σκοτεινό δωμάτιο.  Εκεί άκουσε φωνές και ξαφνικά είδε το χειρότερό του εφιάλτη να γίνεται πραγματικότητα.............


Τελικά, αυτό που θα έβλεπε δε θα  ήταν εφιάλτης. Στο βάθος του δωματίου βρισκόταν κάποιος, το βασιλόπουλο πήγε να δει ποιος είναι. Εκεί βρισκόταν ένας ταλαιπωρημένος γέρος. Ο μικρός αφού συστήθηκε στο γέρο, κατάλαβε αμέσως ότι αυτός ήταν ο πατέρας του από μια ουλή στο γόνατο που είχε κάνει όταν είχαν πάει για κυνήγι. Αφού αγκαλιαστήκαν και φιληθήκανε   ο μικρός ρώτησε τον πατέρα του πώς κατέληξε να βρίσκεται εκεί. Ο πατέρας του του απάντησε ότι η κακιά μάγισσα δεν τον είχε σκοτώσει, αλλά τον φυλάκισε σε εκείνο το δωμάτιο. Το πιο σημαντικό όμως που είπε ο πατέρας του ήταν ότι το όπλο που έψαχνε ήταν μόνο μια παγίδα και το πραγματικό και ανίκητο όπλο βρίσκεται μέσα του και είναι η θέληση. Χωρίς άλλη καθυστέρηση άρχισαν να οργανώνουν ένα σχέδιο δραπέτευσης

Πολλές ιδέες τους έρχονταν στο μυαλό, αλλά πάντα έβλεπαν και τα αρνητικά της κάθε μίας . Ώσπου ο μικρός ήρωας ένιωσε μια αντανάκλαση χρυσού αντικειμένου στο πρόσωπό του. Ήταν ένα κλειδί που βρισκόταν πεταγμένο κάτω στο έδαφος. Το βασιλόπουλο απευθείας έτρεξε να το σηκώσει ελπίζοντας πως αυτό θα ήταν το κλειδί που άνοιγε την πόρτα που τους στερούσε την ελευθερία τους. Μη γνωρίζοντας ο νεαρός τι τον περίμενε άγγιξε το κλειδί και ξάφνου έπεσε στο έδαφος. Ο πατέρας του τότε αντίκρισε ένα μαύρο μαγνητικό πεδίο που κύκλωσε όλο το δωμάτιο. Όποιο αντικείμενο και αν άγγιζε τον απωθούσε.Πλησίασε τότε το παιδί του αλλά κατάλαβε πως ο σφυγμός του μειωνόταν όλο και περισσότερο. Το αίμα που κυλούσε στις φλέβες του πάγωνε αν δευτερόλεπτο. Ο πατέρας είχε χάσει πλέον κάθε ελπίδα…      





Τότε άνοιξε η πόρτα του δωματίου στο οποίο ήταν φυλακισμένοι ο μικρός πρίγκιπας και ο πατέρας του και ξεπρόβαλλε η κακιά μάγισσα. Ο βασιλιάς τότε βιάστηκε να κρύψει το παιδί του, για να μην καταλάβει η μάγισσα ότι προσπαθούσαν να δραπετεύσουν. Έτσι τον έκρυψε σε μία ντουλάπα που υπήρχε στο δωμάτιο και ευχήθηκε να μην βγει από εκεί για να μην καταλάβει τίποτα η κακιά και εγωίστρια μάγισσα.

Εκείνη, μόλις μπήκε στο δωμάτιο, είπε στον βασιλιά:
-Σήμερα είναι η τελευταία μέρα ζωής για σένα.Αύριο, τα χαράματα, θα σε πάρουν οι βοηθοί μου και θα σε πάνε σε ένα μακρινό δάσος, όπου θα σε σκοτώσουν.
-Όχι , γιατί; Απάντησε ο βασιλιάς.
-Δεν θέλω ερωτήσεις! Όσο για το παιδί σου,θα το μαγέψω και θα γίνει και αυτό ένας από τους βοηθούς μου για να κατακτήσω τον κόσμο και το βασίλειό σου! Είπε η μάγισσα και γέλασε θριαμβευτικά.
Τη στιγμή εκείνη το βασιλόπουλο άρχισε να βρίσκει τις αισθήσεις του. Άκουσε κάποια από τα λόγια της μάγισσας και βγήκε από το μέρος, στο οποίο το είχε κρύψει ο πατέρας του. Όταν είδε ότι η μάγισσα,πάγωσε. Η ζωή αυτού και του πατέρα του θα τελείωνε εκεί.


 

Η μάγισσα τότε προσπάθησε με το μαγικό ραβδί της να παγώσει και το βασιλιά, αλλά και τον πρἰγκιπα, έτσι ώστε να μην έχουν περιθώρια να δραπετεύσουν.Τότε, στην προσπάθειά της αυτή,  σημαδεύει ένα βάζο, το οποίο ήταν πάνω στο τραπέζι.Έτσι , ο βασιλιάς και ο πρίγκιπας βρήκαν χρόνο να κρυφτούν κάτω από τον καναπέ του σπιτιού.Τότε η κακιά μάγισσα άρχισε να ψάχνει σε όλο το σπίτι, προκειμένου να τους βρει και να τους σκοτώσει.Το μέλλον τους ηταν αμφίβολο.Ξαφνικά όμως η μάγισσα σκοντάφτει από την καρέκλα της τραπεζαρίας και έτσι, με γρήγορες κινήσεις προσπάθησαν να φύγουν.Βγαίνοντας από το σπίτι, τους περίμενε άλλη μια έκπληξη.


    Όλοι οι βοηθοί της μάγισσας ήταν έξω από το σπίτι και μόλις είδαν το βασιλιά με το γιό του έβγαλαν τα όπλα.

-Αυτό είναι το τέλος μας, μικρέ μου, είπε ο βασιλιάς.

-Μη φοβάσαι πατέρα. Δεν είναι ώρα ακόμα να πεθάνουμε.

 Ο μικρός έβγαλε το φυλαχτό που ήταν καλά κρυμμένο στη τσέπη του, το έπιασε σφιχτά και ευχήθηκε να γλιτώσουν. Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε ένας θόρυβος. Ήταν ο δράκος πολύ νευριασμένος και από το στόμα του έβγαζε φωτιές. Οι βοηθοί της μάγισσας φοβήθηκαν και άρχισαν να κρύβονται. Τότε ο βασιλιάς και ο γιός του έφυγαν τρέχοντας.

-Ευχαριστούμε πολύ που μας έσωσες τη ζωή, είπε το βασιλόπουλο.

-Παρακαλώ, απάντησε ο δράκος.

-Ώστε εδώ είστε! Δε μου ξεφεύγετε τώρα, είπε η μάγισσα.

-Γρήγορα, τρέξτε και μπείτε στην κοντινότερη σπήλια που θα βρείτε, είπε ο δράκος.

Η μάγισσα άρχισε να τους ακολουθεί. Εκείνοι σιγά-σιγά απομακρύνονταν από το σπίτι και πράγματι μπήκαν στην πρώτη σπηλιά που βρήκαν. Η μάγισσα όμως τους ακολουθούσε συνέχεια και ήταν εύκολο να βρει πού πήγαν.



Το βασιλόπουλο και ο πατέρας του μπήκαν γρήγορα στη σπηλιά. Πήγε και η μάγισσα να μπει αλλά ο δράκος πήγε και στάθηκε μπροστά της.
-Κάνε στο πλάι σιχαμερό πλάσμα,του φώναξε απειλητικά. Έχω δουλειές να κάνω, ανθρώπους να σκοτώσω.
-Και εγώ έχω να πάρω εκδίκηση από μία γυναίκα που με χρησιμοποίησε για να σκοτώσω την πρώτη βασίλισσα και μου υποσχέθηκε εξουσία αλλά αντί για αυτό με έκανε δράκο.
Το βασιλόπουλο και ο πατέρας του σοκαρίστηκαν. Ώστε γι’αυτό ο δράκος τους βοήθησε…Ένιωθε τύψεις για ότι τους έκανε.
Στο μεταξύ, η μάγισσα μιλούσε:
-Νομίζεις ότι μπορείς να νικήσεις εμένα; Γέλασε με το χαρακτηριστικό γέλιο. Είσαι γελασμένος.
-Με έκανες αρκετά δυνατό.
Ο δράκος ξεφύσησε και βγήκε φωτιά από τα ρουθούνια του. Όμως το όμορφο αλλά επικίνδυνο πρόσωπο της μάγισσας ούτε καν διασπάστηκε από το παραμικρό δείγμα φόβου. Με μία γρήγορη κίνηση με τα χέρια της έσβησε τη φωτιά.
 
Ο δράκος πάλευε με τη μάγισσα για αρκετή ώρα βγάζοντας ϕφωτιές από τα ρουθούνια του χωρίς όμως αποτέλεσμα αφού η μάγισσα τις  έσβηνε αμέσως. Τότε το βασιλόπουλο και ο πατέρας του βλέποντας την μάταιη αλλά ηρωική προσπάθεια του δράκου ϕαποφάσισαν να τον βοηθήσουν. Πετούσαν ότι έβρισκαν μπροστά τους στη μάγισσα για να την απομακρύνουν αλλά εκείνη αμύνονταν εξαιρετικά. Ξάφνου ένας δυνατός θόρυβος ακούστηκε και όλοι σαστισμένοι κοίταξαν προς εκείνη την κατεύθυνση. Τέσσερις άνθρωποι στέκοταν εκεί οπλισμένοι και έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τη μάγισσα. Ο γέρος πατέρας δεν κατάλαβε ποιοι είναι αλλά το βασιλόπουλο τους αναγνώρισε αμέσως. Ήταν ο γεράκος και οι δύο άνθρωποι που είχε συναντήσει στο δασος καθώς και η πανέμορφη ξανθιά κοπέλα που είχε προσφέρει εκείνο το γλυκό που υπνώτισε το βασιλόπουλο. Η κοπέλα είχε συνέλθει από το μαγικό ξόρκι της μάγισσας  και τα μάτια της ήταν γεμάτα μίσος για εκείνη. Και οι τέσσερις όρμησαν στη μάγισσα και πάλευαν με κάθε τρόπο για να τη σκοτώσουν. Οι ικανοτητες της μάγισσας είχαν αρχίσει να εξασθενούν και αυτό βοήθησε πολύ τους αντιπάλους της. Τότε το βασιλόπουλο θυμήθηκε τα λόγια του πατέρα του ότι το μεγαλύτερο όπλο είναι η θέληση που βρισκεται μέσα μας και σκέφτηκε ότι ήθελε να σταματούσαν οι πόλεμοι και να υπήρχε ειρήνη, ήθελε να ζούσε η μητέρα του, ήθελε όλα να ήταν όπως παλιά και για όλα αυτά έφταιγε η μάγισσα. Ο θυμός ϕφούντωσε μέσα του, άρπαξε ένα σπαθί από τους άλλους και το έμπηξε στην κοιλιά της μάγισσας εκείνη βόγκηξε από τον πόνο αλλά δεν έπαθε κάτι αφού με το μαγικό ραβδί της η πληγή επουλώθηκε αμέσως. Ο πατέρας του βασιλόπουλου  απέσπασε την προσοχή της μάγισσας και έτσι το βασιλόπουλο κατάφερε και της πήρε το ραβδί, το έστρεψε προς τη μάγισσα και εκείνη έγινε σκόνη από το ίδιο της το ραβδί. Τότε όλοι έμειναν έκπληκτοι από αυτό που έκανε, αγκάλιασαν το βασιλόπουλο και τον ευχαρίστησαν. Γύρισαν στο παλάτι και ανακοίνωσαν σε όλο το λαό ότι η μάγισσα δεν θα τους ξαναενοχλούσε ποτέ πια. Όλοι ζητοκραύγασαν και έγινε μεγάλο γλέντι. Το βασιλόπουλο ζήτησε την ξανθιά κοπέλα σε γάμο και εκείνη δέχτηκε ζητώντας συγγνώμη για ότι του είχε κάνει με το γλυκό που τον υπνώτισε λέγοντας ότι την είχε μαγέψει η μάγισσα. Το βασιλόπουλο την συγχώρησε και παντρεύτηκαν. Όσο για το γεράκο που χρωστούσε εκείνα τα χρήματα στους δύο ανθρώπους τους αποζημίωσε με τη βοήθεια του βασιλόπουλου που του έδωσε αρκετά χρυσά ϕφλουριά. Ο γέρος πατέρας βασιλιάς ήταν πιο ευτυχισμένος από ποτέ αφού ζούσε στο παλάτι του με το γιο του και τη γυναίκα του γιου του η οποία μάλιστα περίμενε και παιδί! Και ζήσαν αυτοί κάλα και εμείς καλύτερα!!!!  

Συναντήσεις του Φεβρουαρίου και Μαρτίου 2013

 
 
Δεν ήταν πολύ εύκολη δουλειά. Το παραμύθι ήταν δυσκολούτσικο και με τις λέξεις που επιλέχτηκαν δεν ήταν απλή η διαμόρφωσή του.
 



Πρώτα σπαζοκεφαλιάσαμε...



... μετά αρχίσαμε να προσπαθούμε...



.... μερικές φορές διαφωνήσαμε έντονα...


... αλλά τα καταφέραμε...



Η τελική φάση της ανάγνωσης και κριτικής δεν θέλει ντροπές. Η κριτική μας βοηθάει να διορθώνουμε τα λάθη μας



Μετά ήρθαν τα ακόμη πιο δύσκολα. Πέντε παραμυθοτίτλοι έπρεπε να γίνουν ιστορίες... με πέντε συγκεκριμένες λειτουργίες του Προππ... Αλλά άρχισε να μας αρέσει πολύ αυτή η δουλειά της Παρασκευής. Έτσι, όταν χάνεται μια συνάντηση μας λείπει...






Και αρχίσαμε να συζητάμε σιγά σιγά, εκτός από τις εργασίες μας και τα τελικά έργα που σε λίγο θα αρχίσουμε να γράφουμε, τι είδος δημιουργικής γραφής θα κάνουμε του χρόνου...





Ο Μάρτης άρχισε με μια μικρή απώλεια... Η ταμπλετ μας αρρώστησε και πήγε για επισκευή. Μέχρι να γυρίσει, το φωτογραφικό υλικό από τις συναντήσεις θα πρέπει να καλυφθεί αλλιώς. Δεν πειράζει όμως. Κάτι θα κάνουμε γι'αυτό.


Το Μάρτη μάθαμε ανάλυση των παραμυθιών με τη θεωρία του Γκρειμας. Αναλύσαμε παραμύθια με τα ζεύγη αντιθέτων και με μερικές εφαρμογές του σημειωτικού τετραγώνου (κυρίως σε ό,τι αφορά το είναι και το φαίνεσθαι, την αλήθεια και την απάτη). Δυσκολευτήκαμε είναι η αλήθεια, αλλά τα παιδιά της τρίτης το βρήκαν χρήσιμο και στην ανάλυση της Ελένης του Ευριπίδη και μας άρεσε αυτό. Ἐτσι είμαστε πια έτοιμοι για την τελική ευθεία. Την προσωπική μας προσπάθεια και την παραμυθοσκυταλοδρομία μας....